Η βιοψία του προστάτου είναι μία εξέταση που διενεργείται ώστε να ληφθούν μικρά κομματάκια (ιστοτεμάχια) προστατικού ιστού, τα οποία μελετώνται με το μικροσκόπιο και με ειδικές χρωστικές τεχνικές επεξεργασίας από τον παθολογοανατόμο, για τη διάγνωση ή τον αποκλεισμό του καρκίνου του προστάτου.
Η εξέταση αίματος του PSA, η δακτυλική εξέταση από το ορθό και το διορθικό υπερηχογράφημα του προστάτου δεν μπορούν να διαγνώσουν τον καρκίνο του προστάτη. Μπορούν μόνο να θέσουν την υποψία ύπαρξης κακοήθειας του προστάτη. Δεν υπάρχει μέχρι σήμερα κάποια εξέταση εκτός από την βιοψία, η οποία να θέτει τη διάγνωση του καρκίνου του προστάτη, ούτε αιματολογική αλλά ούτε και απεικονιστική (πχ αξονική τομογραφία).
Της βιοψίας προηγείται η σωστή προετοιμασία του εντέρου με υποκλυσμό και η λήψη προληπτικής αντιβίωσης από τον ουρολόγο. Τα αντιπηκτικά φάρμακα (όπως πχ Salospir, Sintrom, Pradaxa, σκευάσματα με τη δραστική ουσία κλοπιδογρέλη, Iscover, σκευάσματα με τη δραστική ουσία τικλοπιδίνη, Aspirin κλπ) πρέπει να διακόπτωνται νωρίτερα κατόπιν οδηγιών του ουρολόγου για την ασφελέστερη για τον ασθενή διενέργεια της εξέτασης.
Η εξέταση εκτελείται υπό καθοδήγηση με ειδική λεπτή κεφαλή υπερήχου από το ορθό, ώστε να αναγνωρίζονται οι ανατομικές ζώνες του οργάνου. Κατά τη βιοψία λαμβάνονται ιστοτεμάχια από όλα τα μέρη του προστάτου (συστηματικές βιοψίες) με τη χρήση λεπτής βελόνης, τα οποία στη συνέχεια τοποθετούνται σε δοχεία βιοψίας (ξεχωριστά από την κάθε περιοχή για να γνωρίζουμε σε ποιο ακριβώς σημείο υπάρχει η κακοήθεια). Αυτά, στέλνονται στον παθολογοανατόμο, ο οποίος θα μελετήσει εάν υπάρχει καρκίνος ή κάποια προκαρκινωματώδης κατάσταση.